Νικαγόρα

Νικαγόρα
Νικαγόρᾱ , Νικαγόρη
fem nom/voc/acc dual
Νικαγόρᾱ , Νικαγόρη
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Νικαγόρᾳ — Νικαγόρᾱͅ , Νικαγόρη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νικαγόρας — Νικαγόρᾱς , Νικαγόρη fem acc pl Νικαγόρᾱς , Νικαγόρη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νικαγόραν — Νικαγόρᾱν , Νικαγόρη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μινουκιανός — (3ος αι. π.Χ.). Ρήτορας. Ήταν γιος του Νικαγόρα και καταγόταν από την Αθήνα. Έγινε γνωστός στα μέσα του 3ου αι., όταν στη Ρώμη ήταν αυτοκράτορας ο Γαλλιηνός. Σώθηκε απόσπασμα έργου του που αναφερόταν στη Λογική και τιτλοφορείται Περί… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”